τέλος στη Ζυρίχη

Αυτό ήταν το σημείο. Στη γέφυρα, που ένωνε τις δυο πλευρές της πόλης, ανάμεσα στη μητρόπολη και την εκκλησία «της κυρίας μου», μπροστά σε τούτα τα ολοκάθαρα νερά της λίμνης και κάτω απ’ τα ρολόγια των πύργων, που κάθε λίγο σήμαιναν το διάβα του χρόνου μ’ έναν δραματικό αλλοτινό τόνο, το ένα πίσω απ’ το άλλο, πειθαρχημένα, στη σειρά, με τη φημισμένη τους ελβετική ακρίβεια. Δε θυμόταν όμως πού ακριβώς είχαν σταθεί για να βγουν εκείνη τη φωτογραφία, που τελικά δε βγήκαν. Άγγιζαν με τα χέρια τους το μάρμαρο απ’ τη βάση που στήριζε το άγαλμα του ιππέα ή μήπως λίγο παρακάτω, καθισμένοι στο πεζούλι, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλο, δείχνοντας κάπως χαμένοι στα βλέμματα, αδιάφοροι κι ασυγκίνητοι μπροστά στην ομορφιά του τόπου? Δεν μπορούσε ξεκάθαρα να πει. Ο καιρός δεν ήταν πάρα πολύς, αλλά όσα ακολούθησαν ήταν πυκνά και συμπαγή και θόλωναν τη διαύγεια της μνήμης, σαν τη δυνατή βροχή που μετά την καταιγίδα αφήνει λεκέδες και θαμπώνει τα γυαλισμένα τζάμια. Ωστόσο, κάπου εκεί ήταν. Σίγουρα, κάπου εκεί. Θα ήθελε, φυσικά, να προσδιορίσει την εικόνα αυτή από το παρελθόν, τη γλυκιά θύμηση του ταξιδιού τους, μα σαν κάτι κρυμμένο κι επιτήδειο άπλωνε βίαια το χέρι κάθε φορά που οι σκέψεις αποκτούσαν μορφή και όριο, ανακάτευε το χρώμα και το σχήμα των πραγμάτων, το καθιστούσε ασαφές, αχανές, το παραμόρφωνε ανάγωγα, σχεδόν πραξικοπηματικά, ώστε δεν άφηνε την ακρίβεια να βάλει στην ανάμνηση τελεία και τέλος. Περπατούσε δίπλα στo κανάλι, μη μπορώντας να διαχειριστεί τις ατασθαλίες του μυαλού, καθώς το δειλινό άφηνε μια γαλαζωπή απόχρωση στις άκρες του ουρανού και τα πρώτα φώτα είχαν ανάψει δίνοντας μια γιορτινή διάθεση στη νύχτα, που διόλου βιαστικά, μα αποφασιστικά, ερχόταν. Ένα πλοιάριο με ταξιδευτές βολτάριζε περνώντας κάτω απ’ τα ανοιχτά σκέλια της γέφυρας ξανά και ξανά, σαν το αγόρι, που ζητά να δει και να ξαναδεί τι κρύβεται κάτω απ’ το φόρεμα του κοριτσιού που αγαπάει, για να μάθει όλα τα μυστικά  και τις αθέατες γωνιές του κορμιού της με κάθε λεπτομέρεια. Πήγαινε, λοιπόν. Και καθώς πήγαινε με βήμα αργό και κουρασμένο και μια εσωτερική ένταση συνάμα, ένιωσε την καταβολή της θλίψης και της εγκατάλειψης, την απογοήτευση μιας άκαρπης προσπάθειας, όπως όταν βάζεις τα δυνατά σου για να θυμηθείς κάτι στην εντέλεια, όταν αποφασίζεις πως δεν πρόκειται να το ξεχάσεις, προγραμματίζεσαι για να το συγκρατήσεις, μα όταν μετά από καιρό πασχίζεις να το ανακαλέσεις έτσι όπως το βίωσες, καταλαβαίνεις πως αυτό δε γίνεται. Είχε νιώσει πολλές φορές τούτη τη ματαίωση, μα συνέχιζε, κάθε που νόμιζε πως κάτι άξιζε να ‘χει μια θέση επίσημη στο δωμάτιο του παρελθόντος, να κάνει αυτήν τη μυστική συμφωνία, που όμως χανόταν συχνά σ’ ένα βαθύ σκοτάδι, όπως τώρα χανόταν αργά και σταθερά το φως της μέρας μες στο βυθό της λίμνης. Τι είχε έρθει να κάνει αλήθεια εδώ? Ένα μακρινό και δαπανηρό ταξίδι για να ζήσει ξανά μέσα από μια ασυνεπή κι απείθαρχη ανάμνηση κάτι που προ καιρού είχε πεθάνει? Ακόμη κι αν το κατάφερνε, δε θα ήταν παρά ένα ομοίωμα σε σχέση με το βίωμα, μια πορσελάνινη κούκλα με ρωγμές, ένα άχαρο ξόανο με ακίδες, άψυχο κι άκαμπτο, σε σχέση με τη ζεστή σάρκα και το γάργαρο αίμα του ζωντανού σώματος, μια φωτογραφία σε σχέση με τη στιγμή που δεν τραβήχτηκε ποτέ, κάπου, μπροστά, πίσω, εδώ, εκεί, πιο πέρα. Όχι. Δεν είχε έρθει γι’ αυτό. Είχε έρθει για να φύγει πάλι, αλλά κάπως αλλιώς. Μια, δυο, τρεις μέρες μετά, έχοντας αντικαταστήσει την αίσθηση της πρότερης ευτυχίας με αυτήν εδώ τη φρεσκοχαραγμένη αίσθηση της τωρινής απόγνωσης. Περπατώντας, διασχίζοντας τα μονοπάτια ξανά και ξανά, περνώντας απ’ τη μια στην άλλη όχθη, ακούγοντας πάλι τα ρολόγια να χτυπούν με την ίδια συνέπεια, βλέποντας τις λάμπες να λαμπιρίζουν και να διπλασιάζονται όπως κάθε βράδυ στην αντανάκλαση του νερού, τα ποδήλατα να ισορροπούν πάνω στον εαυτό τους μέσα απ’ τα παιχνιδίσματα της λίμνης, τις άδειες ξύλινες προβλήτες με τα αναμμένα φανάρια να περιμένουν κάποιον ή κάτι και να μην περιμένει τίποτα. Όλα να φαίνονται ίδια κι απαράλλαχτα όπως την τελευταία φορά, μα κάτι να λείπει τώρα. Αυτό που κάνει ξεχωριστό το κοινότοπο, σημαντικό το ασήμαντο, αυτό που όσο κι αν είναι θολό σαν ανάμνηση είναι κρυστάλλινο σαν αίσθηση, αυτό το ανεξήγητο πράγμα που ξεγλιστρούσε απ’ τις παλάμες και άφηνε άδεια τα χέρια. Περπάτησε άλλη μια φορά τη στερεή γέφυρα που ένωνε τη γη μεταξύ της τόσο σταθερά και κατευθύνθηκε  παραλίμνια προς την ανατολική πλευρά της πόλης. Μόνον οι σκέψεις έχασκαν απόψε. Έμοιαζαν με γέφυρα μισογκρεμισμένη κι όλα ήταν ξεκρέμαστα ζητώντας να δεθούν, να ενωθούν κάπως μεταξύ τους, να αποκτήσουν συνέχεια, συνοχή, θεμέλιο. Έπειτα από ώρα περιπλάνησης, μια παραλυτική κούραση λύγισε τα γόνατα. Στάθηκε  κι αφού στράφηκε ψάχνοντας κάπου να ξαποστάσει, πήγε και ξάπλωσε λίγο πιο πέρα, σ’ ένα πέτρινο παγκάκι δίπλα στα ανθισμένα παρτέρια και στους κύκνους που περιπολούσαν στα σιωπηλά. Κρέμασε δεξιά κι αριστερά τα χέρια, άφησε έναν αναστεναγμό ανακούφισης και με το βλέμμα καρφωμένο στ’ αστέρια χάθηκε στο θόλο. Κάποια στιγμή έκλεισε τα μάτια. Κι άξαφνα, εκεί, μέσα στην παρατεταμένη σύγχυση και τη νοσηρή απραξία, το γκρίζο χάος και την άπνοια, ένιωσε ένα δροσερό φύσημα γύρω απ’ το σώμα, σαν μια σωτήρια αύρα που έρχεται από το πουθενά και καθαρίζει τη σκόνη του δρόμου και τους υδρατμούς του αέρα, αισθάνθηκε ένα άγγιγμα να περιγράφει με κρύα ακροδάχτυλα το πρόσωπο, να γλιστράει στο λαιμό, στο θώρακα, τις εσοχές της μέσης και να συνεχίζει ακολουθώντας το σχήμα των γλουτών μέχρι κάτω στα πόδια, κάτι σαν αγκάλιασμα αερικού, κύκλωμα σύννεφου,  χάδι αγγελικό, μια πατρική ζέση, μια μητρική ανάσα, ξένο χνώτο πνιγηρό, ζάλη ονείρου και ξύπνημα μαζί, κι όλα αυτά να τα δέχεται και να αφήνεται δίχως οχυρό στο έλεος τους, στην προχωρημένη πια νύχτα και να παραδίνεται δίχως αντίσταση σε μια πρωτόγνωρη ηρεμία, σε μια καρφιτσωμένη ατέρμονη στιγμή, σαν σε καρτ ποστάλ, σαν σε φωτογραφία.

IMG_4294 (3)

34 thoughts on “τέλος στη Ζυρίχη

  1. Θέdα Post author

    Ίσως, flora. Ίσως πάλι αυτό να είναι το μόνο μη ατόπημα. Καλό απόγευμα!

  2. flora

    Το μόνο ατόπημα, είναι μονάχα πως στη ζωή ερωτευόμαστε τους “λάθος” ανθρώπους

  3. Rita

    Δεν έχω να πω τίποτα, βυθίστηκα στην ηδονή της ανάγνωσης…
    Φιλιά!

  4. Θέdα Post author

    Η αλήθεια είναι, μένια, πως για την παρέα σας και μόνο αξίζει!! 🙂

  5. μενια

    είδες τι όμορφος είναι ο κόσμος των μπλογκς; ευτυχώς υπάρχουν και οι καλές στιγμές..πολύ όμορφη η ανάρτηση, ο τρόπος που το γραψες..

  6. Θέdα Post author

    Αυτή είναι η περίφημη πειθώ της ατμόσφαιρας. Καλημέρα, aneros!

  7. Dora

    Αυτά και άλλα τόσα είναι ο έρωτας, για τον καθένα κάτι περισσότερο ή κάτι λιγότερο, κάτι πιο βαθύ ή όχι..

  8. Θέdα Post author

    Μνήμες, η πιο σπάνια, η πιο ακριβή συλλογή μας. Ταύτιση με Ocean! Καλή εβδομάδα, κικι!!

  9. κικι

    Αχ αυτές οι μνήμες… δεν μαζεύονται. Κι έρχονται απρόσκλητες πάντοτε να γυρέψουν…τι;

  10. Θέdα Post author

    Γεια σου, tzotza! Χαίρομαι σε κάθε σου επίσκεψη. Σ΄ευχαριστώ, να ΄σαι πάντα καλά!

  11. Θέdα Post author

    Οι μνήμες, οι αποδείξεις της ζωής μας. Καλό βράδυ, Ocean!

  12. Ocean

    Αχ αυτές οι μνήμες… δεν μαζεύονται. Κι έρχονται απρόσκλητες πάντοτε να γυρέψουν…τι;

  13. Tzotzas

    Εξελίσσεσαι με πολύ όμορφο τρόπο και χαίρομαι γιαυτό,
    μα αισθάνομαι και τυχερός που το βιώνω,
    μπρος στα μάτια μου!

  14. Θέdα Post author

    Να είσαι καλά, ΠΕΡΙΚΛΗ, εύχομαι να έχουμε υγεία, δύναμη, έμπνευση!

  15. ΠΕΡΙΚΛΗΣ

    κι ελεγα οτι το προηγουνενο ηταν υπεροχο!αυτο ειναι ακομα καλυτερο!ποσο μακρια θα μας ταξιδεψεις ακομα;

  16. Envitec

    Υπέροχο σου αφήνει μια πίκρα αλλά και ένα πείσμα να μην χάσεις τίποτα την ζωη σου!
    Πολλά φιλιά τρυφερό κορίτσι!

  17. Θέdα Post author

    Ξένια, όλα συνεχίζουν με τον τρόπο τους. Καλό απόγευμα :-)..

  18. Θέdα Post author

    Καλησπέρα, Joan! Ο αληθινός έρωτας, ναι, μπορεί να γίνει η αιτία για έναν ολοκληρωτικό εσωτερικό αφανισμό.

  19. Joan

    Από έρωτα μπορεί μια ψυχή να χαθεί και να μην ξαναβρεί ποτέ τον δρόμο της, ποτέ τη γαλήνη και την ολοκλήρωση, χάνοντας παράλληλα ολοκληρωτικά την αθωότητα της…..

  20. Ξένια

    ένα τέτοιο τέλος θα το ζήλευε κι ο καλύτερος σκηνοθέτης.
    μήπως θα υπάρξει και συνέχεια γιατί αφήνεις τα εννοηθούν πολλά.

  21. giorgio

    Με ταξίδεψες….ίσως γιατί το έχω μεγάλη ανάγκη…..ίσως γιατί έχεις το σωστό τρόπο να φτιάχνεις ατμόσφαιρα.

  22. Θέdα Post author

    Ωραία οπτική, Loran. Να ‘σαι καλά, μια νύχτα σαν την αποψινή, στη χάση του φεγγαριού, πάνω που ‘ρχεται το καλοκαίρι.

  23. Loran

    Τυχεροί όλοι όσοι έχουν κάποιον δίπλα τους ακόμα και στη χάση τους!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.