ξύπνημα το καλοκαίρι

Ανοίγω τα μάτια και σκέφτομαι πως είμαι παιδί με τσίμπλες στα βλέφαρα από ύπνο ανέφελο και χορτασμένο. Τα σχολεία έκλεισαν, τα μαθήματα είναι παρελθόν που θα ξαναγυρίσει βέβαια, μα τώρα όλα μοιάζουν μια ανεμελιά τελεσίδικη, τίποτα δεν είναι άξιο να με στριμώξει, ούτε καν η στοίβα με τα εξωσχολικά βιβλία δίπλα στο κρεβάτι μου. Δε νομίζω να διαβάσω κάτι σήμερα. Θα σηκωθώ, θα βρέξω με δροσερό νερό το πρόσωπό μου, θα βγω στη βεράντα και θα σχηματιστούν όλα κάτω απ’ τον κατάλευκο ήλιο του προχωρημένου πρωινού, όλα ξεκάθαρα με τις γραμμές και τα χρώματα, να στέκονται ακίνητα στη θέση τους, όπως τα άφησα χθες πριν ξαπλώσω. Το απέναντι μπαλκόνι με τις λουλουδάτες τέντες, η μουριά και δίπλα της άλλη μια μουριά, τα κεραμίδια και οι ενώσεις τους, τα σπασμένα κεραμίδια, οι αφρισμένοι δρόμοι. Θα ψάξω να βρω τους φίλους μου. Στο πόδι της εφηβείας σκαρώνονται όλα. Τα μυστικά αλλάζουν χέρια, τα βλέμματα ανοίγουν θέματα, το μέχρι πρότινος άκακο χνούδι του κορμιού αγριεύει, ορθώνεται, πετάει αγκάθια. Πού θα με πάνε άραγε διακοπές οι γονείς μου φέτος? Η μέρα πριν απ’ το ταξίδι του καλοκαιριού είναι πάντοτε μια μέρα αποχωρισμού και θλίψης. Πώς θα αφήσω τους ανοιχτούς λογαριασμούς και τόσες εκκρεμότητες, να πάω πού? Κάθε φορά που επιστρέφω, κάτι αλλάζει. Όπως εκείνο το καλοκαίρι, το τελευταίο βράδυ πριν φύγω για τη Σκύρο, στο σιδηροδρομικό σταθμό, λίγο πριν φτάσει το τρένο και πάρει το αγόρι, το αγόρι που ήθελα να γίνει το αγόρι μου, όταν μου ‘δωσε ένα φιλί στο στόμα και την υπόσχεση πως θα με περιμένει να γυρίσω, μα το θυμάμαι καλά σαν τώρα πως περπατούσα ώρα πολλή κάτω απ’ τον ήλιο του νησιού, δίπλα σε στάχυα ξερά, κυκλωμένη απ’ τα τζιτζίκια, πήγα σ’ ένα παλιό καφενείο να τηλεφωνήσω για να μάθω τα νέα από εντεταλμένo πρόσωπο, που μου είπε με τρόπο και μισόλογα, πως να, ξέρεις, οι μέρες ήταν πολλές, ο Στάθης κουράστηκε να περιμένει, άργησες και πια ένα άλλο κορίτσι πήρε τη θέση σου. Έκλεισα το τηλέφωνο και το μόνο που ξέρω από το δρόμο της επιστροφής είναι πως αναθεμάτιζα τις διακοπές, τη θάλασσα και τη γενναιοδωρία των γονιών μου, δεν ήθελα να δω άνθρωπο, κλείστηκα στο μπάνιο. Γιατί, μήπως με ρώτησαν? Ζήτησα εκδρομές και ταξίδια? Το μόνο που ονειρευόμουν ήταν να κάθομαι στο πυρωμένο πεζούλι κάποιας σκάλας, κάτω από μια διάφανη σκιά λεύκας πιθανόν, πίσω από κάνα μισογκρεμισμένο φράχτη ίσως, αγκαλιά με το ξανθό παιδί, μέχρι που θα μούδιαζε η γλώσσα μου, μέχρι που θα ερχόταν σφυρίζοντας λήξη του φιλιού το τρένο, μέχρι που θα ‘φευγε εκείνος, που ερχόταν από μακριά μόνο για χάρη μου. Τίποτε άλλο δεν ήθελα. Ούτε βουτιές στη θάλασσα, ούτε ηλιοβασιλέματα από ψηλά, ούτε σημάδια απ’ το μαγιό, ούτε καράβια και πελάγη, ούτε φωτογραφίες με τοπία. Ήθελα μόνο να μένω εκεί, στο σπίτι μου, να τριγυρνάω ώρες στις πλατείες που μεγάλωνα, να γράφω στο σκισμένο τζιν μου στιχάκια από τραγούδια, να περιμένω να περάσει το μεσημέρι στον κάμπο που ο ήλιος έλιωνε και τα σίδερα, όχι με κανά βιβλίο στο χέρι, προς θεού, μα με το σχέδιο πώς θα ξεμοναχιαστώ μόλις πέσει το σκοτάδι, αν θα επιτρέψω να τρυπώσει το χέρι του στη μπλούζα μου ή αν θα αντισταθώ κι απόψε πάλι, πότε θα αφήσω να πέσει επιτέλους το αμμουδερό οχυρό της άρνησής μου, πώς θα γίνει να εξαφανιστεί σε μια στιγμή ο σιδηρόδρομος, μόνο αυτά με νοιάζανε και τίποτα άλλο, ειλικρινά.

Ανοίγω τα μάτια και με το κεφάλι να πονάει αφόρητα, ξαπλωμένη στο πάτωμα, σκέφτομαι πως είμαι παιδί στην εφηβεία, αφημένο στη ρέμβη του καλοκαιριού, παραδομένο στη λαχτάρα. Σηκώνομαι και βλέπω τον ήλιο πάνω στις σκιές που κάνουν σχήματα με το φως, δεν υπάρχει τίποτε που να θυμίζει τις παλιές εικόνες, άλλος τόπος, άλλα ασάλευτα σπίτια απέναντι, άλλοι αφρισμένοι δρόμοι, μουριές πουθενά, πλάκες τσιμέντου με κεραίες, ουδέν ίχνος από κεραμίδια, οι ήχοι των κλιματιστικών τρομάζουν τα πουλιά, τα τζάμια θέλουν καθάρισμα στην παρκαρισμένη καντίνα. Μια στοίβα με βιβλία στο γραφείο μου. Δε νομίζω να διαβάσω κάτι σήμερα. Δε θα ψάξω να βρω τους φίλους μου. Στην πλάτη της ενηλικίωσης φορτώνονται όλα. Θα ανοίξω διάπλατα τα παράθυρα. Θα προσπαθήσω να δω καθαρά. Όμως πίσω απ’ τις τραβηγμένες κουρτίνες του φεγγαριού, που δεν μπορώ να διακρίνω τώρα, μα που ετοιμάζεται να φωτίσει τον ουρανό, ένα τρένο θα σφυρίξει κι απόψε τη λήξη, θα φτάσει στην ώρα του, να πάρει η ευχή, θα φτάσει, όσο κι αν επιχείρησα να πάψω το δρομολόγιο, όσο κι αν προσπάθησα να κόψω τις ράγες κρυφά μες στη νύχτα.

IMG_5020

14 thoughts on “ξύπνημα το καλοκαίρι

  1. giorgio

    Έχω στο πλάι μου κι ένα βιβλίο.
    Γεννήθηκα για να ‘χω τόσα. Δε μου λέει τίποτα να παραδοξολογώ.
    Από το ελάχιστο φτάνεις πιο σύντομα οπουδήποτε.
    Μόνο πού ‘ναι πιο δύσκολο.
    Κι από το κορίτσι που αγαπάς επίσης φτάνεις, αλλά
    θέλεις να ξέρεις να τ’ αγγίξεις οπόταν η φύση σου υπακούει.
    Κι από τη φύση- άλλα θέλει να ξέρεις να της αφαιρέσεις την αγκίδα της.

    Οδ. Ελύτης, Ο μικρός ναυτίλος

  2. Θέdα Post author

    Loran, να είσαι κι εσύ καλά, σ’ ευχαριστώ, καλό καλοκαίρι! 🙂

  3. Θέdα Post author

    Καλώς τη Βάγια! Να περάσεις όμορφα, αξέχαστα, μοναδικά το καλοκαίρι!

  4. ΒΑΓΙΑ

    εύχομαι ένα τεράστιο καλοκαίρι όλη σου η ζωή!!!
    μου άρεσε…τώρα ξύπνησα, πίνω καφέ και ερχόμενη εδώ είδα θάλασσα και καλοκαίρι!!!

  5. Loran

    Το γράψιμο σου εύστοχο , ωραίο και συγκινητικό..
    Να εἰσαι καλά!

    Καλό καλοκαίρι πάντα στις καρδιές μας!

  6. Θέdα Post author

    Γεια σου, Lena! Ακριβώς. Μεγαλώνουμε και οι εποχές συρρικνώνονται, τα διαστήματα μεταξύ τους μικραίνουν και νομίζεις πως όταν ήσουν παιδί όλα ήταν πιο γενναιόδωρα μαζί σου. Καλό βράδυ!

  7. Lena

    Δυστυχώς καθώς μεγαλώνουμε τα καλοκαίρια μας μικραίνουν……
    Αναζητούμε μέσα σε μια-δυο εβδομάδες τις μαγικες στιγμές που θα μας δώσουν ανάσες και θα μας αναζωογονησούν για να γεμίσουμε μπαταρίες.
    Οι παιδικές αναμνήσεις ειδικά του καλοκαιριού ειναι κάτι αξεπέραστο

  8. Θέdα Post author

    Ας είναι κι αυτό το καλοκαίρι μια περιπέτεια γεμάτη συναρπαστικές εκπλήξεις, όπως τα καλοκαίρια των παιδικών κι εφηβικών χρόνων!! Καλό βράδυ, Ocean! Σ’ ευχαριστώ που πέρασες!

  9. Ocean

    Μας άνοιξες την όρεξη για καινούργιους έρωτες του καλοκαιριού.
    Σε αυτή την ηλικία θυμάμαι πάντα να είμαι ερωτευμένη και να πετάω στα σύννεφα το καλοκαίρι. Οι διακοπές στο χωριό των παππούδων έκρυβε πάντα εκπλήξεις και αξέχαστες αναμνήσεις. Εύχομαι σε όλους να περάσουν καλά

  10. aneros

    Πόσο μου άρεσε…..
    “Στο πόδι της εφηβείας σκαρώνονται όλα..”
    Δύσκολες καταστάσεις αλλά και μοναδικές,αξέχαστες στιγμές!
    Το καλοκαίρι είναι φτιαγμένο για εφηβικούς έρωτες…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.