ζιβάγκο

Είναι κάτι αγάπες που δε σαρκώνονται. Μένουν ιδέα και χαμένο σπέρμα. Πριν καλά καλά προλάβουν να βρουν τη θέση τους στον κόσμο σου, γλιστρούν και χάνονται σε άλλους κόσμους. Πού να βρίσκεται τώρα ο Ζιβάγκο? Ποια χέρια να χαϊδεύουν τη ροδαλή κοιλιά του? Ποια πόδια τον συνοδεύουν στους περιπάτους στη θάλασσα, στα πάρκα, στα γκρίζα στενά της πόλης? Σε ποια γωνιά του σπιτιού είναι το κρεβάτι του? Τι χρώμα έχει η γαβάθα που τρώει τις κροκέτες, το κύπελλο που πίνει το νερό του? Μακάρι να γινόμουνα μια κάμερα κρυφή να δω πού είναι και τι κάνει τώρα. Εγώ δεν κατάφερα να τον κρατήσω. Δεν ήμουν ικανή, δεν ήμουνα υπεύθυνη, σοβαρή, ώριμη, σωστή και άξια, δεν ξέρω. Για λίγες μέρες μόνο τον φιλοξένησα, τον τάισα, τον έπλυνα, τον μάλωσα, τον γιατροπόρεψα- πρόλαβε να αρρωστήσει κιόλας, με βρεγμένες πετσέτες βουτηγμένες σε γάλα και ζάχαρη έσφιγγα τα δόντια του, τέζα στο πάτωμα απ’ τον πυρετό, Xριστό δεν καταλάβαινε-, έμενα ξάγρυπνη να του κάνω παρέα στα μωρουδιακά παιχνίδια του, στο πανεπιστήμιο δεν πάτησα για μέρες, τον μετέφερα λαθραία με λεωφορείο στο πατρικό μου. Όσο κι αν προσπάθησα και προσπάθησα πολύ, δεν μπόρεσα να τον εντάξω στη ζωή μου. Τον επέστρεψα. Και μετά περνούσα απ’ τη βιτρίνα που τον είχανε παρατημένο, προς πώληση ωστόσο, βρόμικο και βαριεστημένο, σ’ ένα κλουβί με άλλα τρία παρόμοια κουτάβια, τον κοιτούσα, του μιλούσα, του χαμογελούσα, αλλά εκείνος ούτε χαμπάρι ούτε κάστανο, ούτε που με αναγνώριζε, ούτε που με πρόσεχε, σημασία δε μου έδινε κι ας έκανα εγώ τον κλόουν. Ο Ζιβάγκο, που βαφτίστηκε έτσι απ’ το βιβλίο του Μπορίς Παστερνάκ «δόκτωρ Ζιβάγκο», ήταν μια προσωπικότητα μαύρη κι άραχνη όπως το τρίχωμά του. Όπως τα μάτια του και ο σαματάς του τις νύχτες του χειμώνα. Γιατί χειμώνα τον πήραμε, να τέτοια εποχή ήταν. Καρδιά Γενάρη και κρύο τσουχτερό.

Τούτη η στήλη, αφιερωμένη σ’ εκείνον και στις αγάπες που πέφτουν στο κενό, μα ανθίζουν σαν τα κακτιά στην έρημο, δίχως νερό, δίχως φροντίδα, δίχως τίποτα, μόνο με τη λαχτάρα να είχαν έρθει τα πράγματα αλλιώς. Έτσι, όπως γεννιούνται μέσα μου όλα και έχω το χρέος να τους δώσω υπόσταση, να τους ανοίξω δρόμους και να τα μοιραστώ.

2 thoughts on “ζιβάγκο

  1. loran

    You’re my river running high
    Run deep, run wild
    I, I follow, I follow you
    Deep sea baby, I follow you
    I, I follow, I follow you
    Dark doom honey, I follow

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.